Χαμένος στην καθημερινότητα


Είχε ένα σχοινί μέσα του δεμένο με κόμπους, δύσκολους σαν τους ναυτικούς. Τον πονούσε, τον εζάλισε, του ρούφαγε την ενέργεια. Προσπαθούσε καθημερινά να το επεξεργάζεται, να το μαλακώνει, να προσπαθεί να λύνει τους κόμπους και να το βγάζει σιγά σιγά από μέσα του. Μάταια όμως. . .

Ένοιωθε καθημερινά το σχοινί να σαπίζει μέσα του, ανήμπορος να το βγάλει και να το πετάξει αλλά και με γνώση ότι πρέπει να φύγει.

Η γκάμα της πλειοψηφίας των συναισθημάτων που βίωνε καθημερινά ήταν πολύ άσχημη. Τον έκαναν να αισθάνεται ανεπιθύμητος, ηλίθιος, ρηχός, ανεπαρκής, τεμπέλης, ανίκανος για φιλίες και μεγάλα αισθήματα, χαμηλής νοημοσύνης, βαρετός σαν άνθρωπος, νευρικός με τους ανθρώπους, άδικος, αχάριστος και αδιάφορος άνθρωπος. Από την άλλη ο ίδιος, πνιγμένος στην καθημερινή ρουτίνα και σκεφτόμενος κατά βάση μοναχά την όασή του, είχε ρίξει κάθε εσωτερική άμυνα και κάθε τέτοιο χτύπημα λειτουργούσε κατευθείαν στα - όχι και τόσο καλά - αντανακλαστικά του.

Ήταν στην ηλικία των πρώτων απολογισμών. Φανταζόταν πως, όπως και οι υπόλοιποι αυτής της ηλικίας, μπορούσε να κοιτάει πια και προς τα πίσω παίρνοντας αυτοπεποίθηση. Απέφευγε να κοιτάζει προς τα μπροστά γιατί οι φόβοι των καταρράκωναν ψυχολογικά και σωματικά. Μετά από συγκεκριμένα συμβάντα είχε μάθει να προσπαθεί να αφήνει τους φόβους του στην άκρη όταν δε μπορούσε να τους αντιμετωπίσει μέχρι τη στιγμή που θα έβρισκε τη δύναμη. Και έτσι πορευόταν. Ένοιωθε μοναξιά. Τη βίωνε καθημερινά. Άλλες φορές την αγαπούσε, άλλες την ανεχόταν, άλλες την έβριζε και άλλες την έκανε παρέα. Πλέον του ήταν δύσκολο να την αποχωριστεί. Προσπαθούσε να ξεπερνάει όσα αρνητικά συναισθήματα του δημιουργούνταν χωρίς να βρίσκει συγκεκριμένο αποκούμπι. Δεν ήταν εύκολο, σχεδόν ποτέ. Αυτό αναγκαστικά τον οδηγούσε σιγά-σιγά στο να γίνεται πιο απαθής με όλα κόντρα στην ευαίσθητη φύση του. Και αυτή η σύγκρουση έφτιαχνε και άλλους κόμπους.

Το χειρότερό του ήταν όταν δε μπορούσε να μοιραστεί τη χαρά του και όταν αισθανόταν ότι είχε αγάπη για να δώσει αλλά δεν έβρισκε κάποιον που να τη δέχεται. Και σιγά-σιγά άρχισε να χάνει μια-μια τις σταθερές που είχε. Και τις ξεπέρναγε όλες, ξεγελώντας τον εαυτό του αλλά κουβαλώντας τες μέσα του. Βίωνε απώλειες όπως αυτή ενός αδερφού και προσπαθούσε να μένει ανοιχτός και αισιόδοξος. Το είχε αλλάξει με πολύ κόπο αυτό. Προσπαθούσε για χρόνια να βρίσκει μια οπτική αισιοδοξίας σε κάθε τι, αλλάζοντας τη μαυρίλα με την οποία έβλεπε παλιότερα τα περισσότερα πράγματα. Ώσπου κάποια στιγμή η αισιόδοξη ματιά έρχονταν αυθόρμητα μπροστά. Το χειρότερο από όλα ήταν ότι ήξερε πως αυτή η μοναξιά και η απομόνωση θα τον αποτέλειωναν σε βάθος χρόνου . . .

Όντας σκεπτόμενος, τουλάχιστον σε τέτοια καθημερινά πράγματα, άρχισε να ψάχνει λάθη δικά του. Άλλα τα έβλεπε, άλλα δεν τα έβρισκε ποτέ. Πληγωνόταν, μάχονταν, έλυνε κάποιους κόμπους έφτιαχνε κάποιους άλλους. Είχε χάσει όμως την επαφή και την επικοινωνία με την πλειοψηφία αυτών με τους οποίους νόμιζε ότι μπορούσε να μοιραστεί τα πάντα και να μοιραστούν και εκείνοι μαζί του κρυμμένα σε αόρατες γωνιές τις ψυχής τους συναισθήματα. Αυτό του έλειπε περισσότερο από όλα. Η επαφή με τους ανθρώπους και η ανταλλαγή συναισθημάτων. Και η έλλειψη αυτή σταδιακά τον έκανε να χάνει την όρεξή του για να κάνει πράγματα και να συναντά ανθρώπους. Ώσπου κουρασμένος από την πολύ τη σκέψη και την πικρία, αποφάσισε να αφήνει ανοιχτή και αυτή την πόρτα, η οποία όμως για πολύ καιρό παρέμενε αδιάβατη.

Μέσα σε όλα αυτά υπήρχε μια μόνιμη πηγή φωτός με δυο εστίες, που δίνουν συμβουλές για το λύσιμο ενός κόμπου του σχοινιού, ξεσπάσματος χαράς. Δεν ήθελε να τη φορτώνει με τους προβληματισμούς του και έτσι προσπαθούσε, όσο περισσότερο μπορούσε, να δίνει ότι καλό έχει σε αυτή χωρίς να την ξεζουμίζει.

Πίστευε ακόμα ότι αυτό που χρειαζόταν ήταν περισσότερη ηρεμία και χρόνος ώστε να μπορέσει να πολεμήσει όλα αυτά που χτυπούσαν το μέταλλό του προσπαθώντας να το μετατρέψουν. Και είχε την αφέλεια, ή το ρομαντισμό, να πιστεύει ότι τελικά θα τα καταφέρει και θα λύσει όλους τους κόμπους, παρόλο που διαισθανόταν από τώρα ότι αυτοί θα γίνονται συνεχώς και πιο δύσκολοι. Μόνο ο πανδαμάτωρ θα του έδινε την απάντηση που έψαχνε.

  
 




 

Σχόλια

Αυτά που διαβάσατε περισσότερο