Μια μικρή ιστορία

Ο ήλιος είχε κοκκινίσει καθώς βυθιζόταν κάπου μακριά πίσω από τις πολυκατοικίες. Στη ματιά του οι ασχήμιες της πόλης είχαν κρυφτεί και τα υπέροχα χρώματα του ουρανού είχαν γεμίσει τα πάντα. Ακουμπούσε στη μάντρα μιας παλιάς μονοκατοικίας. Είχε σηκώσει τους γιακάδες του και προσπαθούσε να ζεστάνει τη μύτη του με την ανάσα του, καθώς η ψύχρα είχε αρχίσει και γινόταν έντονη. Έστριψε ένα τσιγάρο και αισθάνθηκε την καρδιά του να φτερουγίζει καθώς είδε τη φιγούρα της να διαγράφεται στον ορίζοντα . . .

Είχαν περάσει 3 χρόνια από τότε που την πρωτοείδε σε ένα φιλικό σπίτι. Τα βλέμματά τους διασταυρώθηκαν και η καρδιά του σκίρτησε αμέσως. Την πλησίασε δειλά εκείνο το βράδυ, και εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία προσφέρθηκε να την πάει σπίτι της. Μίλησαν και όσο περισσότερο την άκουγε τόσο περισσότερο την ερωτευόταν. Δεν έκανε καμία κίνηση, ούτε να τη φιλήσει, ούτε να την αγγίξει. Το μόνο που ζήτησε ήταν να την ξαναδεί όπως και έγινε . . . Από το δεύτερη συνάντησή τους και μετά ήταν αχώριστοι. Το πάθος τους ήταν τόσο μεγάλο που όλοι τους ζήλευαν και με την καλή και με την κακή έννοια. Σιγά-σιγά οι ψυχές τους άρχισαν να αγκαλιάζονται και να σφίγγονται όλο και πιο δυνατά, όλο και περισσότερο έως ότου κατάφεραν να ενωθούν. Το ίδιο βέβαια συνέβαινε και με τα κορμιά τους. Τόσο χαρούμενοι και τόσο πλήρεις ζούσαν πλέον ο ένας για τον άλλο . . .

Ήταν ένα Σαββατόβραδο του περσινού Νοεμβρίου. Είχανε βγεί με την παρέα τους, είχανε χορέψει, είχανε γελάσει και ερεθισμένοι είχανε χαιρετίσει για να φτάσουν στο σπίτι γρήγορα. Η μοίρα όμως τα ήθελε αλλιώς. "Είσαι καλά", ακούστηκε η φωνή του ταραγμένη. "Μια χαρά είμαι, εσύ;". "Καλά είμαι ας βγούμε τώρα να δούμε τι ακριβώς έγινε". . .

Δεν κατάφερε ποτέ να σταθεί όρθιος έξω από αυτό το αμάξι. Η σπονδυλική του στήλη είχε συντριβεί και η ψυχή του είχε διασκορπιστεί σαν τέφρα στον αέρα. Νοσοκομεία, χειρουργεία, ψυχολόγοι αλλά τίποτα δεν μπορούσε να ανατρέψει το δεδομένο: Δε θα ξαναπερπατούσε ποτέ στη ζωή του. Το μυαλό του ταξίδευε σε άσχημα μέρη τον πρώτο καιρό. Ήθελε να τη διώξει από κοντά του, να μη χαραμίσει τη ζωή της με ένα "σακάτη". Εκείνη όμως είχε ξεπεράσει γρήγορα το γεγονός. Δεν υπήρξε καμία αμφιβολία στο μυαλό της για το τι θα κάνει. Ήθελε και συνέχιζε να θέλει να παντρευτεί αυτόν τον άνθρωπο. Αντιμετώπιζε στωικά τα νεύρα του, τη θλίψη του, τη μελαγχολία του και περίμενε τη στιγμή που και εκείνος θα κατάφερνε να διώξει τη θαμπάδα από τα μάτια του και θα μπορούσε να ξαναδεί τα πράγματα όπως έχουν: 2 ψυχές που έχουν ενωθεί δεν μπορούν να χωριστούν με τίποτα!!!!

Τους πήρε καιρό αλλά το πείσμα και η υπομονή της κατάφεραν να διώξουν τη θαμπάδα. "Πάτησαν ξανά στα πόδια τους" και συνέχισαν τη ζωή τους με βαθύτερα συναισθήματα. Η αγάπη τους και ο έρωτάς τους είχε πλέον δοκιμαστεί και αυτό από μόνο του τους ανέβαζε στους ουρανούς. Ήξεραν ότι πάντα θα είχαν ο ένας τον άλλο. Πάντα, ακόμη και αν ο θάνατος τους χώριζε. ΟΙ ΨΥΧΕΣ ΤΟΥΣ ΕΙΧΑΝ ΕΝΩΘΕΙ ΚΑΙ ΕΙΧΑΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙ ΤΟΝ ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟ: ΗΤΑΝ ΠΛΕΟΝ ΜΙΑ ΨΥΧΗ ΣΕ ΔΥΟ ΣΩΜΑΤΑ . . .

"Λοιπόν, βρήκες αυτό που ήθελες;" ρώτησε ρουφώντας μια τζούρα από το τσιγάρο του. "Ναι αυτό ήταν, κατέληξα και νομίζω ότι θα σου αρέσει πολύ!!!! Πάρε τώρα να δούμε για το κουστούμι σου;". Χάθηκαν μέσα στα χρώματα του δειλινού μαζί, δίπλα-δίπλα αφήνοντας πίσω μόνο τις σκιές τους . . . ΕΙΧΑΝ ΝΙΚΗΣΕΙ. ΕΙΧΑΝ ΜΕΙΝΕΙ ΕΝΩΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΜΕ ΖΩΝΤΑΝΗ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥΣ!!!! ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΗΤΑΝ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΣΗΜΑΣΙΑ . . .

Υ.Γ. 1. Χρόνια πολλά σε όσους αισθάνονται ότι πρέπει να γιορτάζουν τον έρωτά τους στις 14/02.
Υ.Γ. 2. Χρόνια πολλά στον πατέρα μου, τη μάνα μου, τον κολλητό μου και τη μαμά της κολλητής μου για τη γιορτή και τα γενέθλιά τους!!!!
Υ.Γ. 3. Καλές αποκριές και καλούς χαρταετούς σε όλους . . .









Σχόλια

Αυτά που διαβάσατε περισσότερο