Σκέψεις Μαύρες

Πώς ξεφεύγεις από τις σκέψεις σου; Πώς να αλλάξεις τη ζωή σου; Πως; Πως τα δάκρυα σου να πάψουν να σε πνίγουν; Πως τη δύναμη σου να τη βρεις εκεί βαθιά που την έχεις χώσει; Πως η αγάπη σου να ξαναζωντανέψει, πως η ψυχή σου να ξαναταξιδέψει, πως η ηρεμία σου να επανακτηθεί; Πώς να βγεις νικητής από το ρινγκ που παλεύεις με τους φόβους σου και τη στεναχώρια σου; Πώς να αγναντεύεις τον κόσμο από την κορυφή; Πώς να διώχνεις τον εγωισμό σου μακριά; Πώς να αποκτήσεις την παιδική σου αθωότητα ξανά; Πώς να βλέπεις τους ανθρώπους πάλι με καλό μάτι, χωρίς προκαταλήψεις;
 Και θέλεις. Θέλεις να ζήσεις ξανά όμορφα και έντονα. Θέλεις η ζωή σου να γλυκάνει πάλι και εσύ να εκπέμπεις αυτή την ηρεμία που οι κατασταλαγμένοι στη ζωή άνθρωποι έχουν. Θέλεις να προσφέρεις αλλά τίποτα γύρω σου δε σου δίνει την ευκαιρία. Θέλεις να δείξεις ότι υπάρχεις και μπορείς αλλά νοιώθεις ότι δεν υπάρχει τρόπος. Και χάνεσαι. Κλείνεσαι, απομονώνεσαι. Όλα σου μοιάζουν τυπικά, τίποτα δε σου ξυπνά το ενδιαφέρον. Και χάνεσαι . . . Στα ανούσια καθημερινά, στη μοίρα, στην καλοπέραση. Βλέπεις αδιέξοδα και οδεύεις προς αυτά σα να σε τραβάνε. Μήπως τελικά δε θέλεις;
Τι μπλέξιμο και αυτό; Βαδίζεις πάνω σε μια πολύ λεπτή ισορροπία. Θέλεις να γύρεις προς τη μια τη μεριά αυτή που θα σε κάνει να διώξεις από επάνω σου όλους τους μανδύες της θλίψης μα κάτι σε κρατάει σαν αντίβαρο από την άλλη. Και μένεις εκεί. Στάσιμος. Ούτε μπροστά ούτε πίσω. Φοβάσαι να προκαλέσεις την τύχη σου. Φοβάσαι να ρισκάρεις.
Και ξαναρχίζεις το ταξίδι σου διαλέγοντας αυτή τη φορά άλλα δρομάκια του λαβυρίνθου σου. Ελπίζοντας ότι θα σε βγάλουν στο φως και θα γελάσεις χωρίς τύψεις, θα φωνάξεις χωρίς βήχα και θα περπατήσεις χωρίς πόνο. Θα μπορέσεις να αλλάξεις τις απολαύσεις σου με νέες λιγότερο βλαβερές. Θα μπορέσεις; Οι περιορισμοί σου δημιουργούν αδιέξοδα και εσύ πρέπει να τα λύσεις; Γιατί; Γιατί να μην μπορεί να απολαύσεις αυτά που θες; Ε; Γιατί;

Σηκώνεσαι ξανά. Τα πόδια σου ψάχνουν το πάτωμα και στη συνέχεια το σωστό το πάτημα. Χάνεις λίγο τον προσανατολισμό. Γυρνάς ξανά προς το κρεβάτι; Μήπως να ξάπλωνες ξανά; Εκεί στη ζεστή αγκαλιά που σε περιμένει; Όχι, γιατί σε περιμένει και άλλη μια μέρα στη δουλειά. Ρίχνεις λίγο νερό στα μάτια σου. Οι σκέψεις σου αρχίζουν να δημιουργούνται με περισσότερη μεζούρα λογικής. Βάζεις ξανά το πουκάμισό και το παντελόνι. Ο γείτονας έχει ήδη τραβήξει καζανάκι οπότε πρέπει να βιαστείς. Έχεις αργήσει. Κατεβαίνεις και είναι ακόμα νύχτα; Το μυαλό σου μπερδεύεται ξανά. Φεύγω ή γυρνάω; Και η λογική σου τα ξανασκάει. Νευρικός σε κάθε σταμάτημα της κίνησης. Βιάζεσαι. Βιάζεσαι; Γιατί;

Φτάνεις και η μέρα σου κυλάει ξανά όπως η χθεσινή και η αυριανή. Και γυρίζεις και από τις παράλληλες σκέψεις του μυαλού σου ψαρεύεις πάλι τις πιο μαύρες. Είναι καλά; Πότε θα φύγει από κοντά μας; Πρέπει να είσαι δυνατός. Πρέπει να δείχνεις το δρόμο το σωστό. Τι είναι πάλι αυτός ο πόνος. Είναι του μυαλού ή μήπως είναι κάτι σοβαρό; Μήπως τελικά τρελαίνεσαι; Και αν ναι ποιος θα το καταλάβει να στο πει; Όλα μένουν στα τυπικά. Ούτε ανοίγεις πια ούτε σου ανοίγονται. Περιγράφεις τις εντυπώσεις σου για αυτά που σου συμβαίνουν και κάπου εκεί σταματάς. Φοβάσαι να εκθέσεις τις σκέψεις σου ή μήπως φοβάσαι ότι αν ψάξεις εκεί μέσα δε θα βρεις σκέψεις; Και οι άλλοι; Έχουν οι άλλοι σκέψεις; Βαθιές και απόκρυφες; Και οι άλλοι τίποτα δε σου λένε. Τι πρέπει να κάνεις τελικά για να τους ανοιχτείς και να σε αντιμετωπίσουν χωρίς επικρίσεις ή καζούρα. Τι πρέπει να κάνεις για να δείξεις στον άλλο ότι τον έχεις τόσο πολύ ανάγκη; Το χαμόγελό του, την αγκαλιά του, τη χειραψία του, την ηλίθια σκέψη του την έχεις ανάγκη αλλά δεν το καταλαβαίνει.

Πως καταντήσαμε έτσι; Γιατί; Πρέπει να είμαστε δυνατοί; Βιαζόμαστε. Τρελαινόμαστε. Και το ηλιοβασίλεμα δεν είναι ορατό. Θέλεις παρόλα αυτά να το προλάβουμε έστω και τώρα;
 

 

Σχόλια

Αυτά που διαβάσατε περισσότερο