Ανοιξιάτικες Θύμησες του Βασιλιά

Βγήκε νυσταγμένος για να ανταμώσει το φώς του "Βασιλιά" που έλαμπε στον πεντακάθαρο ουρανό. Πήρε μια βαθιά ανάσα και άφησε τις μυρωδιές της άνοιξης να μπουν μέσα του και να γλυκάνουν την ψυχή του. Μύριζε το νυχτολούλουδο, το χώμα, την υγρασία που υπήρχε λόγω της προχωρημένης νύχτας. Αισθανόταν τη γλυκιά ψύχρα χωρίς να κρυώνει. Περπάτησε λίγο ακόμα μέσα στο κτήμα. Το φώς του "Βασιλιά" τον οδηγούσε στο βάθος. Κοντοστάθηκε και αφουγκράστηκε. Ο παφλασμός του κύματος κυριαρχούσε, με μια μελωδία τόσο γαλήνια που έκανε τον ήχο από τα νυχτοπούλια να μοιάζει σχεδόν ενοχλητικός. Σκέφτηκε πόσο ενοχλητικός μπορεί να γίνει ο ήχος μια εξάτμισης όταν ένα μηχανάκι ακούστηκε από μακριά. Κάθησε στο ξύλινο παγκάκι στην άκρη του κτήματος για να μπορεί να βλέπει τα λαμπιρίσματα στη θάλασσα. Ένοιωσε τόσο γαλήνια. Έγειρε σιγά σιγά το κορμί του στο παγκάκι και ευθυγράμμισε τα μάτια του με το φεγγάρι. Τα βρώμικα γυαλιά του τον ενοχλούσαν καθώς το έβλεπε το "Βασιλιά" του με τέσσερις αχτίδες. Μουσικές και μνήμες άρχισαν να σκαλίζουν το μυαλό του . . .

Θυμήθηκε την πρώτη φορά που ξεκίνησε να αισθάνεται την επιρροή του "Βασιλιά" επάνω του. Σε εκείνο το μπαλκόνι που άγγιζε τη θάλασσα, σε μια σκοτεινή γωνιά της Κρήτης, όπου ο ουρανός ήταν πάντα καθαρός και τα άστρα αμέτρητα. Εκεί άρχισε να συνδυάζει την παρουσία του με συναισθήματα περίεργα και ανατριχίλες, με μουσικές που συγκινούσαν το αυτί και την καρδιά. Κάθονταν με τις ώρες και το χάζευε, παρατηρούσε την πορεία του από την αρχή μέχρι το τέλος, το κοίταζε ακόμα και με τα πρόχειρα κυάλια που είχε προσπαθώντας να το "ρουφήξει" όσο περισσότερο μπορούσε.

Θυμήθηκε πως από εκείνη τη στιγμή περίμενε πάντα να δει το "Βασιλιά" με την "επίσημη" φορεσιά του με ανυπομονησία και να νοιώσει τόσο διαφορετικά και γαλήνια. Θυμήκε πως κοιτάζοντάς το άρχισε να αισθάνεται τους πρώτους έρωτες, έζησε τα πρώτα φιλιά και τα αισθάνθηκε την καρδιά του να χτυπά γρήγορα. Τα βράδια με τις μουσικές και την κιθάρα του, άλλοτε χωρίς παρέα και άλλοτε με φίλους, άλλοτε μόνος και άλλοτε με κοπέλες, μα πάντα με τη συντροφιά του. . .

Θυμήθηκε πόσα βράδια πέρασε σε ταράτσες με ένα τηλέφωνο στο χέρι και μια φωνή από μακριά που κοίταζε τον ίδιο "Βασιλιά", πως ποθούσε πάντα να κολυμπά στο φώς του, πως θύμωνε μερικές φορές, γιατί η τόση του δύναμη του έκρυβε τα αστέρια στον ουρανό . . . Θυμήθηκε τόσες και τόσες νύχτες που πέρασε προσπαθώντας να το δεί μέσα από θαμπά και τζάμια ζεστών δωματίων, πως στεναχωριόταν πάντα όταν η συννεφιά τον σκέπαζε . . .

Όλες του οι θυμήσες φορούσαν ένα γλυκό μανδία στο φώς του. Και πάντα το φώς του του έφερνε στα αυτιά τον ήχο της θάλασσας όπως αυτός είχε αποτυπωθεί σε μια παραλία στη Σάμο και στα τόσα καλοκαίρια στη γωνιά της Κρήτης. Καμία δυσάρεστη σκέψη δε μπορούσε να διεισδύσει μέσα στο μυαλό του όταν το κοίταζε, σαν η λάμψη του να άπλωνε μια ασπίδα στο κακό και να ενεργοποιούσε τις πιο ευαίσθητες πτυχές του είναι του. Και πάντα μελαγχολούσε όταν δεν κατάφερνε να πάρει έστω 2 λεπτά από τη λάμψη του.

Θυμήθηκε πως πάντα έλεγε στον εαυτό του ότι όταν θα πάψει να σημαίνει κάτι ο "Βασιλιάς" για εκείνον θα καταλάβαινε ότι η ζωή του έχει πάρει στραβό δρόμο. Ακόμα δεν είχε συμβεί αυτό και ξαφνικά αισθάνθηκε πλήρης. Εύχονταν να μπορούσε πάντα να απολαμβάνει βράδια σαν και αυτά. Σηκώθηκε αργά από το παγκάκι χωρίς να πάρει τα μάτια του από πάνω του. Προχώρησε με βήματα βαριά αλλά και αθόρυβα προς το δωμάτιο βλέποντας τη σκιά του να σχηματίζεται μπροστά του. Ανέβηκε τα σκαλία και έπιασε την κουπαστή του μπαλκονιού υψώνοντας ξανά το κεφάλι του στον ουρανό. Ο "Βασιλιάς" του ήταν ακόμα εκεί. Πήρε μια βαθιά ανάσα για να ρουφήξει ξανά τα αρώματα της νύχτας, γύρισε το βλέμμα του και είδε τη γυναίκα του στο κρεβάτι να κοιμάται κουλουριασμένη στα σκεπάσματα. Χαμογέλασε, κοίταξε ξανά στον ουρανό και ξάπλωσε ήσυχος . . .




Σχόλια

Ο χρήστης Christina είπε…
Καλώς επέστρεψες...

Αυτά που διαβάσατε περισσότερο