ΒΑΣΙΛΙΑΣ (Κεφάλαιο IX, "Η εγκυμοσύνη")

 Κεφάλαιο IX

Η Εγκυμοσύνη


            «Είσαστε έτοιμη να ζήσετε αυτή την εμπειρία;» ρώτησε ο γιατρός σκουπίζοντας τη συσκευή του υπέρηχου από το ειδικό gel. Δεν χαμογελούσε, δεν σκεφτόταν κάτι, δεν απάντησε. Κοίταξε μόνο το ρολόι που έδειχνε 19:25. Είχε πάει μόνη της στο ιατρείο. Από επιλογή. Το τεστ στο σπίτι ήταν θετικό και έτσι κανόνισε το ραντεβού. Οι αλλαγές στη συμπεριφορά του Νίκου την είχαν προβληματίσει και το μικρό χάσμα ανάμεσά τους την έκανε να μην του πει τίποτα μέχρι να πάει στο γιατρό. Είχε καιρό να βρεθεί στο μεγάλο σαλόνι. Έβαλε τα ακουστικά της ακούγοντας μια συνέντευξη του Αλκίνοου σε ένα podcast. Παράλληλα παρατηρούσε το χώρο και τα πρόσωπα τριγύρω της. Φορούσε ένα καλοκαιρινό αέρινο φόρεμα και κουβαλούσε τη βαβούρα και την κούραση μιας τυπικής καλοκαιρινής μέρας δουλείας στην Αθήνα. Ο δερμάτινος καναπές δε βοηθούσε στη ζέστη αλλά τα κλιματιστικά έκαναν καλά τη δουλειά τους. Το βλέμμα της στάθηκε στο χαμόγελο μια κυρίας κοντά στα 40, με την κοιλιά της φουσκωμένη και δυο παιδιά να πηγαινοέρχονται από την αγκαλιά της στον απέναντι καναπέ. «Πώς μπορεί να είναι χαμογελαστή;» σκέφτηκε, με το «τι στραβό συμβαίνει με εμένα» να μην αρθρώνεται ποτέ από το στόμα της. Το κάλεσμα της γραμματέως σταμάτησε τον ειρμό.

            Μπήκε, ξεντύθηκε μηχανικά, ανέφερε το λόγο της επίσκεψής της και ξάπλωσε πάνω στο εξεταστικό χαρτί. Στο άκουσμα των πρώτων χτύπων της καρδιάς ένοιωσε όλο το πρόσωπό της να χαμογελάει ασυναίσθητα. Έκανε έναν μικρό κύκλο σκέψης στη σχέση της με το Νίκο και όλα όσα είχαν συζητήσει τον οποίο διέκοψε η ερώτηση του γιατρού. Αρκέστηκε στο να πει «Θα φανεί σύντομα» και έφυγε ευχαριστώντας το γιατρό. Τα επόμενα λεπτά βίωνε μια εσωτερική αμηχανία έως ότου πήρε την απόφαση να οδηγήσει μέχρι την ακροθαλασσιά. Μπήκε στο αμάξι, έβαλε την αγαπημένη της playlist και ξεκίνησε να οδηγεί αργά στη δεξιά λωρίδα θέλοντας να φέρει τον εαυτό της σε μια απόσταση από το χρόνο. Και τα κατάφερε γρήγορα, με τη μυρωδιά της θάλασσας και τον ήχο από τη συνεχόμενη ροή των οχημάτων, ξέχασε για λίγο το στίγμα της στο χωροχρόνο. Στη μάχη που έδινε το μυαλό με το συναίσθημα υπήρχε από την αρχή νικητής κι ας το πάλευε ο ηττημένος μέχρι το τέλος. Το ήθελε αυτό το παιδί. Τη γέμιζε ευτυχία ο χτύπος της καρδιάς του και η προοπτική της αγκαλιάς του και αυτό ήταν το καθοριστικό για την απόφαση που έπρεπε να πάρει. Τα προβλήματα της σχέσης της ήταν υπαρκτά. Δεν έκανε το λάθος να πιστεύει πώς αυτό το παιδί θα τα λύσει. Πίστευε όμως ότι η αγάπη για το παιδί και η λήξη της άσχημης περιόδου που βίωσαν, θα τους έφερνε ξανά πιο κοντά. Χάζεψε τον ήλιο να βουτάει για να δροσιστεί, ήπιε μια γουλιά από το αναψυκτικό της και με το κόκκινο να γεμίζει τα μάτια της γύρισε το κλειδί και έφυγε.

            «Καλώς τον» είπε μόλις ο Νίκος ξεκλείδωσε την εξώπορτα. «Πώς ήταν η μέρα σου;» τον ρώτησε και είχαν έναν από αυτούς τους τυπικούς διαλόγους της καθημερινότητας. Είχε ακουμπήσει επάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού ένα μικρό παπούτσι στα χρώματα της αγαπημένης του ομάδας που είχαν αγοράσει στο ταξίδι του μέλιτος που είχαν κάνει και ήταν αποφασισμένη να μη μιλήσει μέχρι να το εντοπίσει. «Να σου βάλω φαγητό ή έχεις φάει;». «Έφαγα στο γραφείο. Πάω να κάνω ένα μπάνιο και έρχομαι». Έβαλε λίγο κρασί και κάθισε στη μεριά της μπαλκονόπορτας κοιτώντας τα φώτα να ανάβουν το ένα μετά το άλλο πάνω στο σκοτεινό κάδρο της πόλης. Σηκώθηκε όρθια και ακούμπησε στα κάγκελα του μπαλκονιού. Το τηλέφωνό της χτύπησε, και, όσο συνομιλούσε, ο Νίκος είχε φορέσει τη «σπιτική ενδυμασία», είχε βάλει ένα ποτό και έψαχνε το τηλεκοντρόλ για να ανοίξει την τηλεόραση. Η Σοφία έκλεισε το τηλέφωνο και γυρνώντας τον είδε βουρκωμένο να κατευθύνεται προς το μέρος της και να την αγκαλιάζει σφιχτά κρατώντας στο χέρι του το μικρό παπούτσι. Τώρα ήξερε ότι η απόφαση που είχε πάρει στην παραλία και για τους δυο τους ήταν η σωστή και ένοιωσε ότι μπορεί πλέον να απαντήσει στην ερώτηση της γιατρού, «πανέτοιμη και ανυπόμονη».

            Οι επόμενοι 7 μήνες πέρασαν πολύ γρήγορα και με πολλά χαμόγελα. Όλοι φρόντιζαν τη Σοφία σα μωρό και ο Νίκος έδειχνε να είναι τρελαμένος με την ιδέα και τη διαδικασία. Η οικονομική τους κατάσταση τους επέτρεπε να μην πολυσκέφτονται τις αγορές τους και οι δύο τους χαίρονταν τα ψώνια και τις γύρες. Καρότσι, κούνια, κάθισμα, ζωγραφιές στο δωμάτιο, κάμερες, αλλαξιέρες και ότι άλλο μπορεί να χρειαζόταν το κοριτσάκι τους, ναι το έμαθαν και αυτό με σιγουριά τον 5ο μήνα, είχαν τοποθετηθεί ήδη την κατάλληλη θέση. Ακόμα και όταν η Σοφία άρχισε να μειώνει κατά πολύ τους ρυθμούς της, λόγω της προχωρημένης εγκυμοσύνης, τα χαμόγελα δεν έφευγαν από το πρόσωπό τους. Παράλληλα όλο αυτό το διάστημα είχαν ξεκινήσει και τη συλλογή απόψεων και πληροφοριών, για διάφορα ζητήματα που σύντομα θα έπρεπε να λύσουν μόνοι τους, από φίλους και γνωστούς που είχαν περάσει ήδη τη φάση αυτή. Πού κοιμίζεις, με ποιόν τρόπο, πώς αλλάζεις, πώς ταΐζεις, πώς την παλεύεις στο κλάμα, μυρίζουν τα κακά τους και ένα κάρο πράγματα που όλοι νομίζουν ότι θα παίξουν σημαντικό ρόλο ή θα διευκολύνουν τον πρώτο καιρό με μια νέα ψυχή στο περιβάλλον τους. Όλοι όσοι δεν έχουν βιώσει αυτή την εμπειρία βέβαια, γιατί όσοι τη βιώνουν γνωρίζουν ότι όσο τα χρόνια περνάνε, οι περισσότεροι από αυτούς τους προβληματισμούς δεν αποτελούν καν ανάμνηση.

Ο Νίκος τη στήριζε και διατηρούσε χρόνο για τον εαυτό του, κάτι που τον κρατούσε σε ισορροπία, και η Σοφία απολάμβανε το «θαύμα της φύσης» και τη φροντίδα του κύκλου της. Οι φόβοι και οι ανασφάλειες υπήρχαν, αλλά η αισιοδοξία, η προσμονή και η αίσθηση ότι κάνουν κάτι μοναδικό τους κρατούσαν για λίγο μικρούς. Η εστίαση σε αυτό το δρόμο είχε καταφέρει να μειώσει τα προσωπικά τους άγχη, να φέρει πράγματα της καθημερινότητας που καταλάμβαναν μεγάλο μέρος της ζωής τους στη σωστή διάθεση και σίγουρα να τους φέρει πολύ κοντά σε μια σειρά από πράγματα. Έδειχναν έτοιμοι σε όλα να υποδεχτούν το νέο μέλος της οικογένειάς τους.

Σχόλια

Αυτά που διαβάσατε περισσότερο